Η υπόθεση αφορούσε κτήμα συνολικής έκτασης 6.299 τ.μ., από το οποίο απαλλοτριώθηκε έκταση 1.426 τ.μ. έτσι ώστε αυτή να χρησιμοποιηθεί ως μέρος της Λεωφόρου Αγίων Αναργύρων στην Κάτω Πάφο. Εντός του κτήματος αυτού υπήρχε επίσης μία κατοικία εμβαδού 380 τ.μ.
Το ενδιαφέρον στην υπόθεση αυτή ήταν το γεγονός ότι ο ιδιοκτήτης δεν αξίωνε απλώς αποζημίωση για την αξία της γης η οποία απαλλοτριώθηκε, αλλά και αποζημίωση για την επιζήμια επίδραση τόσο στο υπόλοιπο μέρος του ακινήτου, όσο και στην κατοικία, υπό την έννοια ουσιαστικά του δυσμενούς επηρεασμού στην ποιότητα της ζωής του ιδίου και της οικογενείας του, κυρίως από την κατασκευή αυτοκινητόδρομου πρωταρχικής σημασίας με τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας (Λεωφόρος Αναργύρων) ο οποίος διέσχιζε το τεμάχιο εντός του οποίου εξακολουθούσε να βρίσκεται κτισμένη η κατοικία του.
Παράλληλα το επίδικο τεμάχιο επηρεαζόταν και από την κατασκευή στην ανατολική του πλευρά, δρόμου δευτερεύουσας σημασίας επίσης με τέσσερις λωρίδες κυκλοφορίας.
Η προσφορά της Αποζημιούσης Αρχής προς τον ιδιοκτήτη του ακινήτου ήταν να του καταβληθεί το ποσό των €100.000 ως αποζημίωση για την απαλλοτριωθείσα έκταση, χωρίς να αναγνωρίζει ότι υφίσταται κανενός είδους δυσμενής επηρεασμός τόσο του υπόλοιπου μέρους του ακινήτου όσο και της κατοικίας και της ποιότητας ζωής του ιδιοκτήτη και της οικογενείας του από την κατασκευή του αυτοκινητόδρομου.
Ως εκ τούτου το 2004 καταχωρήθηκε από το γραφείο μας Παραπομπή εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, με την οποία αξιωνόταν η καταβολή αποζημιώσεων τόσο για την αξία της γης που απαλλοτριώθηκε, όσο και για την επιζήμια επίδραση στο υπόλοιπο μέρος του ακινήτου και της κατοικίας από την κατασκευή του αυτοκινητόδρομου.
Κατόπιν μακρόχρονης Δικαστικής διαδικασίας η οποία διήρκεσε περισσότερο από 8 χρόνια, το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου εξέδωσε την απόφασή του το 2012, επιδικάζοντας υπέρ του ιδιοκτήτη του ακινήτου αποζημιώσεις, οι οποίες υπερέβαιναν τις €800.000 και οι οποίες αφορούσαν τόσο την αξία της γης που απαλλοτριώθηκε, όσο και την επιζήμια επίδραση στο υπόλοιπο μέρος του ακινήτου καθώς και της κατοικίας, που αναγνώρισε ότι υπάρχει.